• slide-001
    “Εμπιστευτικότητα και αμεροληψία„
  • slide-001
    “Ευθυκρισία και ταχύτητα
    στην επίλυση των διαφορών„
  • slide-001
    “Δημιουργικότητα στην
    εξισορρόπηση συμφερόντων„
  • slide-001
    “Αποτελεσματικότητα και συνέπεια„
stoxoi-oddee sixnes-erotiseis kanonismoi-oddee
Είσοδος Διαιτητών – Διαμεσολαβητών

Συχνές Ερωτήσεις για τη Διαμεσολάβηση ΟΔΔΕΕ

Συχνές Ερωτήσεις για τη Διαμεσολάβηση ΟΔΔΕΕ
Η Διαμεσολάβηση ορίζεται σύμφωνα με το Ν. 3898/2010 ως «η διαρθρωμένη διαδικασία ανεξαρτήτως ονομασίας, στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη μiας διαφοράς επιχειρούν εκουσίως να επιλύσουν με συμφωνία τη διαφορά αυτή με τη βοήθεια διαμεσολαβητή». Υπάγοντας τη διαφορά τους στις διατάξεις του άνω Νόμου τα εμπλεκόμενα μέρη προσφεύγουν σε μια κοινά αποδεκτή διαδικασία, μέσω της οποίας διαπραγματεύονται, επικουρούμενα από ένα τρίτο, ειδικά εκπαιδευμένο, αμερόληπτο και ανεξάρτητο πρόσωπο, τον Διαμεσολαβητή, προκειμένου να βρουν πρόσφορες λύσεις που ανταποκρίνονται καλύτερα στα συμφέροντά τους. Σε περίπτωση θετικής έκβασης αυτής της επικουρούμενης διαπραγμάτευσης, η συμφωνία τους καταγράφεται σε ένα πρακτικό, το οποίο μπορεί να περιβληθεί με τον εκτελεστήριο τύπο και να εκτελεσθεί στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
Η βασικότερη διαφορά μεταξύ διαμεσολάβησης και διαιτησίας έγκειται στο γεγονός ότι στη διαμεσολάβηση τα μέρη επιχειρούν να επιλύσουν την εκάστοτε διαφορά τους με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή διαπραγματευόμενοι, ο οποίος παίρνει απόφαση επί της σχετικής διαφοράς. Στη διαμεσολάβηση τα μέρη δεσμεύονται από το αποτέλεσμα της διαδικασίας μόνο στην περίπτωση που υπογραφεί από εκείνα σχετική συμφωνία επίλυσης, η οποία δύναται να καταστεί εκτελεστός τίτλος. Από την άλλη πλευρά η διαιτησία ομοιάζει με την επίλυση της διαφοράς από ένα κρατικό δικαστήριο, καθώς το διαιτητικό δικαστήριο κρίνει με τρόπο δεσμευτικό την εκάστοτε διαφορά από πρόσωπα (διαιτητές) που έχουν επιλεγεί από τα μέρη, ενώ η απόφασή του παράγει δεδικασμένο και εκτελεστότητα.
Η Διαμεσολάβηση:
  • διέπεται από τις αρχές της εμπιστευτικότητας και της τήρησης εχεμύθειας. Σύμφωνα με το άρθρο 5 του Κανονισμού Διαμεσολάβησης ΟΔΔΕΕ ο Διαμεσολαβητής, τα μέρη, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι αυτών, ο Συντονιστής Διαμεσολάβησης, το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο συμπεριλαμβανομένων των προστηθέντων του, τυχόν καλούμενοι πραγματογνώμονες, τεχνικοί σύμβουλοι και διερμηνείς υποχρεούνται στην τήρηση εχεμύθειας σε κάθε στάδιο της διαδικασίας ως προς την έναρξη, το περιεχόμενο και την ολοκλήρωση της διαδικασίας διαμεσολάβησης, το αντικείμενο της διαφοράς, όπως και εν γένει ως προς κάθε άλλη πληροφορία για την οποία τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν γνώση στο πλαίσιο της εκάστοτε διαδικασίας διαμεσολάβησης, έκτος αν τα μέρη συμφωνούν ρητά και εγγράφως διαφορετικά,
  • διακρίνεται από την ταχύτητα της διαδικασίας. Καθιστά εφικτή την επίλυση μιας διαφοράς σε σύντομο χρονικό διάστημα, λ.χ. ύστερα από μερικές ολιγόωρες συναντήσεις, συχνά όμως κιόλας εντός μίας ημέρας. Σύμφωνα με το άρθρο 9 του Κανονισμού Διαμεσολάβησης ΟΔΔΕΕ η διαδικασία διαμεσολάβησης περατώνεται εντός 45 ημερών από τον διορισμό του Διαμεσολαβητή,
  • έχει μικρότερο κόστος σε σύγκριση με τη δικαστική οδό, καθώς: α) τα έξοδα φακέλου, η αμοιβή του διαμεσολαβητή και η αμοιβή των παρισταμένων δικηγόρων είναι (κατά κανόνα) χαμηλότερα από τα συνολικά έξοδα μιας δίκης, β) με την υπογραφή του πρακτικού η διαφορά επιλύεται εφάπαξ και είναι δεσμευτική για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, χωρίς να ανεβαίνει το κόστος λόγω προσφυγής σε άλλο βαθμό δικαιοδοσίας, γ) με τη χρονικά συμπυκνωμένη ενασχόλησης των μερών με την συγκεκριμένη διαφορά, δεν χάνονται επανειλημμένως ώρες εργασίας, ειδικά δε σε επίπεδο στελεχών επιχειρήσεων ή υπαλλήλων τους, όπως τούτο θα συνέβαινε σε μια δίκη (εξαιτίας της επανειλημμένης προετοιμασίας ή των αναβολών και των μακρών δικασίμων κλπ.)
  • είναι ευέλικτη. Τα μέρη καθορίζουν όχι μόνο τον τόπο, το χρόνο και τη διάρκεια των συναντήσεών τους, αλλά και τα αντικείμενα της διαπραγμάτευσής τους, στα οποία μπορούν κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης να προσθέσουν και περαιτέρω ζητήματα (πράγμα αδύνατο/απαράδεκτο σε μια δίκη), φτάνοντας έτσι σε ένα αποτέλεσμα που ικανοποιεί συνολικά τις ανάγκες και τα συμφέροντά τους,
  • είναι δημιουργική. Τα μέρη ενθαρρύνονται από τον Διαμεσολαβητή να βρουν τα κοινά πεδία συμφωνίας τους, τόσο ως προς τα υφιστάμενα μεταξύ τους ζητήματα, όσο και ως προς τα μελλοντικά τους σχέδια, αλλά και τα γενικότερα συμφέροντά τους,
  • γενικά συμβάλλει στη διάσωση και κατ’ επέκταση στη βιωσιμότητα των σχέσεων μεταξύ των μερών, γεγονός με ιδιαίτερη σημασία στο σημερινό δυσχερές επιχειρηματικό περιβάλλον.
Με την υπογραφή του συμφωνητικού υπαγωγής στη διαμεσολάβηση τα μέρη εξωτερικεύουν την βούλησή τους να επιλύσουν την διαφορά τους με την βοήθεια Διαμεσολαβητή, τον οποίο επιλέγουν από τον Κατάλογο Διαμεσολαβητών ΟΔΔΕΕ. Μπορούν να υπαγάγουν τη διαφορά τους στη Διαμεσολάβηση πριν ή μετά την άσκηση αγωγής. Σημειώνεται ότι και στην περίπτωση κατά την οποία υπάρχει ήδη ρήτρα διαμεσολάβησης στη σύμβαση, καθίσταται αναγκαία η υπογραφή Συμφωνητικού Υπαγωγής στη Διαμεσολάβηση ΟΔΔΕΕ, το οποίο υπογράφουν τα μέρη και ο Διαμεσολαβητής και επικυρώνουν ο Συντονιστής Διαμεσολαβητής και ο Επικεφαλής ΟΔΔΕΕ.
Η συμφωνία διαμεσολάβησης (ή συμφωνία επίλυσης) συντάσσεται και υπογράφεται από τα μέρη και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους σε περίπτωση θετικής έκβασης της διαδικασίας διαμεσολάβησης. Το πρακτικό διαμεσολάβησης συντάσσεται από τον Διαμεσολαβητή, περιέχει δε, πέρα από το ονοματεπώνυμο του Διαμεσολαβητή και εκείνων που έλαβαν μέρος στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, το συμφωνητικό υπαγωγής στη διαμεσολάβηση και την συμφωνία επίλυσης, ή τη διαπίστωση της αποτυχίας της διαμεσολάβησης, όπως και την αιτία της διαφοράς. Το πρωτότυπο του πρακτικού διαμεσολάβησης μπορεί, εφόσον ένα των μερών το ζητήσει, με επιμέλεια του Διαμεσολαβητή να κατατεθεί  στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας όπου διεξήχθη η διαμεσολάβηση. Από την κατάθεση το πρακτικό διαμεσολάβησης, εφόσον περιέχει συμφωνία των μερών για την ύπαρξη αξίωσης που μπορεί να εκτελεστή αναγκαστικά, αποτελεί εκτελεστό τίτλο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Οι εμπορικές διαφορές μπορούν να υπαχθούν στη Διαμεσολάβηση ΟΔΔΕΕ ανεξάρτητα αν τα μέρη είναι μέλη του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ή όχι. Προϋπόθεση είναι να έχουν την εξουσία διάθεσης της διαφοράς τους. Τούτο σημαίνει ότι πρέπει να πρόκειται για διαφορές των οποίων η διάθεση δεν υπόκειται σε διατάξεις αναγκαστικού δικαίου και το αντικείμενό τους είναι δεκτικό συμβιβασμού σύμφωνα με την κείμενη Νομοθεσία. Τέτοιες διαφορές είναι λ.χ. οι απαιτήσεις από εμπορικές συναλλαγές, ζητήματα άδειας χρήσεως σήματος, διαδοχής σε επιχειρήσεις (και δη σε οικογενειακές) κ.λπ.
Ο Διαμεσολαβητής επιλέγεται από τον Κατάλογο Διαμεσολαβητών ΟΔΔΕΕ από τα μέρη ή σε περίπτωση που τα μέρη το επιθυμούν, με την συνδρομή του Συντονιστή Διαμεσολάβησης. Ο Συντονιστής Διαμεσολάβησης επιλέγει τον Διαμεσολαβητή στην περίπτωση κατά την οποία τα μέρη δεν μπορούν να συμφωνήσουν στο πρόσωπο του Διαμεσολαβητή.
Η διαδικασία διαμεσολάβησης διεξάγεται με βάση το Συμφωνητικό Υπαγωγής στη Διαμεσολάβηση ΟΔΔΕΕ, τις διατάξεις του Κανονισμού Διαμεσολάβησης ΟΔΔΕΕ, ενώ στην περίπτωση που ένα ζήτημα δεν ρυθμίζεται από αυτόν, εφαρμόζονται οι διατάξεις της Ελληνικής Νομοθεσίας, κυρίως του Ν. 3898/2010, όπως αυτός κάθε φορά ισχύει.
Οι δαπάνες της διαδικασίας διαμεσολάβησης αποτελούνται από τα έξοδα φακέλου, την αμοιβή του Διαμεσολαβητή, όπως και κατόπιν σχετικής συμφωνίας των μερών από τα τυχόν έξοδα του ΟΔΔΕΕ και του Διαμεσολαβητή. Τα έξοδα φακέλου και η αμοιβή του Διαμεσολαβητή ορίζονται σύμφωνα με τον Πίνακα Αμοιβών (Παράρτημα 2 του Κανονισμού Διαμεσολάβησης ΟΔΔΕΕ), ο οποίος αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του παρόντος Κανονισμού
 
Τα μέρη βαρύνονται με τις δαπάνες της διαδικασίας διαμεσολάβησης κατ’ ισομοιρία, εκτός αν συμφωνηθεί εγγράφως διαφορετικά.
 
Το σύνολο των εξόδων του φακέλου όπως και η αμοιβή του Διαμεσολαβητή για τέσσερις (4) ώρες προκαταβάλλονται από τα μέρη, έκαστο κατά την αναλογία του. Μετά την καταβολή του εν λόγω ποσού, η Γραμματεία Διαμεσολάβησης παραδίδει το φάκελο στο Διαμεσολαβητή. Το υπόλοιπο της αμοιβής του Διαμεσολαβητή καταβάλλεται τμηματικά από τα μέρη, εκάστοτε κατόπιν σχετικής πρόσκλησης της Γραμματείας Διαμεσολάβησης. Με την περάτωση της διαδικασίας διαμεσολάβησης πραγματοποιείται σχετική εκκαθάριση.
 
Τα έξοδα φακέλου καταβάλλονται και στην περίπτωση κατά την οποία δεν επετεύχθη πλήρης ή μερική συμφωνία των μερών.
 
Σε περίπτωση πολυμερούς διαμεσολάβησης, η δαπάνη αυξάνεται κατά είκοσι τοις εκατό (20 %) για κάθε πρόσθετο μέρος.
 
Οι δαπάνες της Διαμεσολάβησης ΟΔΔΕΕ μπορούν να προσδιορισθούν κατά προσέγγιση με τη χρήση της ειδικής εφαρμογής υπολογισμού του κόστους (cost calculator, πατήστε εδώ).